Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ


Στην επίσκεψη που πραγματοποιήσαμε στην ΙΕΡΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ τον Ιούνιο του 2018 στην κεντρική αίθουσα του αρχονταρίκι παρατήρησα έναν υπέροχο πίνακα ζωγραφικής με τον προσωπογραφία του ΟΣΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗ. Ξεκινώντας από το ότι η ΙΕΡΑ ΣΚΗΤΗ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ είναι για μένα μία από τις ομορφότερες περιοχές της Αθωνικής πολιτείας άρχισα να ψάχνω για τον βίο και την ζωή του συγκεκριμένου Οσίου. Ότι βρήκα κυρίως μέσα από το διαδίκτυο σας το παραθέτω παρακάτω:

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ

Ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης το κοσμικό του όνομα ήταν Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης. Γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 και κοιμήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1991. Ήταν Έλληνας μόναχος που πήρε και το χρήσμα του ιερέα, δηλαδή ιερομόναχος που έγινε ευρέως γνωστός για το βίο και το έργο του, από την νεαρή του ηλικίας. Ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 27 Νοεμβρίου 2013.
Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά τον βίο του:

Ο Όσιος Πορφύριος γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης του σημερινού Δήμου Ταμιναίων της Εύβοιας. Το κοσμικό όνομά του ήταν Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης. Οι γονείς του, Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και Ελένη, το γένος Αντωνίου Λάμπρου, ήταν ευσεβείς και φιλόθεοι άνθρωποι. Ο πατέρας του, μάλιστα, ήταν ψάλτης στο χωριό και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο. Η οικογένειά του ήταν πολυμελής και οι γονείς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν να τη συντηρήσουν. Γι’ αυτό ο πατέρας υποχρεώθηκε να φύγει στην Αμερική, όπου δούλεψε στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά. Ο μικρός Ευάγγελος (ο μετέπειτα ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ) ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Φύλαγε πρόβατα στο βουνό και είχε παρακολουθήσει μόνο την δεύτερη τάξη του δημοτικού, όταν αναγκάστηκε και αυτός λόγω της μεγάλης φτώχειας να πάει στη Χαλκίδα για να δουλέψει. Ήταν μόλις επτά χρονών. Εργάστηκε δύο τρία χρόνια σ ένα κατάστημα. Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου δούλεψε δύο χρόνια στο παντοπωλείο ενός συγγενούς.
Από πολύ νωρίς έδειξε έφεση προς το μοναχισμό. Στα δεκατρία του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιο Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη, τον οποίο είχε ιδιαίτερα αγαπήσει, όταν παλαιότερα είχε διαβάσει το βίο του.
Πήγε στην καλύβα του Αγίου Γεωργίου του Καυσοκαλυβίτη στη σκήτη της Αγίας Τριάδος, δηλαδή στην σκήτη των ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΩΝ. Εκεί μπήκε στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος, ο οποίος ήταν και πνευματικός, και του Ιωαννικίου, που ήταν και αδέλφια μεταξύ τους. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες, που κατά κοινή ομολογία ήταν ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής. Στην σκήτη έζησε τα επόμενα 6 περίπου χρόνια, ως υποτακτικός στους δύο συγκεκριμένους γέροντες μοναχούς, λαμβάνοντας. Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος, δηλαδή απόκτησε την τρίτη και τελευταία βαθμίδα του μοναχισμού. Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιο Όρος. Έτσι επέστρεψει στην Εύβοια, όπου και εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους Λευκών Ευβοίας, στο Αυλωνάρι της Εύβοιας.

Σε ηλικία 20 ετών συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο του Σινά Πορφύριο, ο οποίος αναγνωρίζοντας σε αυτόν πνευματικά χαρίσματα, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, δίνοντάς του και το όνομα με το οποίο έμελλε να γίνει γνωστός. Τα επόμενα χρόνια, επειδή το μοναστήρι του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών έγινε γυναικείο, ο πάτερ Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην εγκατελειμένη Μονή Αγίου Νικολάου, στην Άνω Βάθεια του σημερινού Δήμου Αμαρυνθίων, που βρίσκεται επίσης στην Εύβοια. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Ευβοίας. Το 1940 σε ηλικία 34 ετών, μετέβη στην Αθήνα, όπου στις 12 Οκτωβρίου διορίστηκε ως Εφημέριος στην εκκλησία του Αγίου Γερασίμου, στην Πολυκλινική Αθηνών στην Ομόνοια.
Από το 1955 είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια, όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο.
Στις 16 Μαρτίου 1970, έχοντας συμπληρώσει 35ετία, έλαβε μικρή σύνταξη από το Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και αποχώρησε από τη θέση του εφημερίου του Αγίου Γερασίμου, όπου όμως συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως το 1973.
Το καλοκαίρι του 1979, εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σε ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστος και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990, αξιώθηκε να δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.
Πράγματι, τον Ιούνιο του 1991 μ.Χ., προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 4:31΄ το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991 μ.Χ. παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, που τόσο αγάπησε στη ζωή του. Τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «ἵνα ὦσιν ἓν».
Κηρύχθηκε Άγιος στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στη συνεδρίασή της που διεξήχθη στις 27 Νοεμβρίου 2013.
Η μνήμη του εορτάζεται στις 2 Δεκεμβρίου.
Πως περιγράφει το πρώτο περιστατικό διορατικότητας που είχε:

Μια μέρα, που οι γεροντάδες του έλειπαν, βγήκε από την εκκλησιά και κάθισε να τους περιμένει. Πήγε και κάθισε στην πεζούλα κι αγνάντευε από κει τη θάλασσα. Ήταν η ώρα που συνήθως έρχονταν κι ο πάτερ Νικήτας άρχισε να τους γυρεύει με το βλέμμα του. ψάχνοντας τις φιγούρες τους ανάμεσα στων μονοπατιών τα βράχια.
Στην πρώτη κιόλας ματιά τους είδε. Ήταν φορτωμένοι και οι δυο τους και κατέβαιναν τα «Μαρμαρένια τα σκαλιά», πηγαίνοντας προς το κελί τους. Ο πάτερ Νικήτας πετάχτηκε πάνω απ΄ τη χαρά του.
– Έρχονται στα «Μαρμαρένια τα σκαλιά», φώναξε κι έκαμε να φύγει τρέχοντας για να τους ανταμώσει, για να τους ξεκουράσει από το βάρος που κουβαλούσαν, μα δεν πρόλαβε δυο βήματα να κάνει και, σαστισμένος, στάθηκε εκεί που ήταν.
– Στα «Μαρμαρένια τα σκαλιά»; αναρωτήθηκε μονάχος. Μα τούτα βρίσκονται πίσω από το βουνό κι εγώ τα βλέπω μπρος μου ολοκάθαρα, λες και γίνηκαν οι βράχοι διάφανοι σαν τζάμι.
Ο πάτερ Νικήτας άλλη σκέψη δεν έκανε, άλλη λέξη δεν είπε, παρά άρχισε να τρέχει όσο μπορούσε πιο γρήγορα, για να τους ανταμώσει. Μια κοίταζε ζαλισμένος τα πόδια του, να δει αν πατούνε στου μονοπατιού τον δρόμο, και την άλλη, όταν σήκωνε το κεφάλι, έβλεπε τους γέροντές του πού ακριβώς ήταν.
Πρώτος τον είδε να έρχεται από μακριά ο παπα-Ιωαννίκιος.
– Με τη μυρωδιά μάς κατάλαβε ότι ερχόμαστε κι άνοιξε τα φτερά του να μας προλάβει; είπε ξαφνιασμένος.
Ο πάτερ Νικήτας έσκυψε λαχανιασμένος και πήρε την ευχή τους και μεμιάς φορτώθηκε στους δυο του ώμους τα δισάκια τους. Άρχισαν οι τρεις τους να προχωρούν στο στενό το μονοπάτι.
– Πώς το ήξερες ότι ερχόμαστε, του λέει ψιθυριστά ο παπα-Παντελεήμων.
– Γέροντα, δεν ξέρω πώς να σου το εξηγήσω. Ενώ ήσασταν πίσω από το βουνό, εγώ σας είδα φορτωμένους να κατεβαίνετε στα «Μαρμαρένια σκαλοπάτια» κι έτρεξα. Το βουνό ήταν σαν τζάμι κι έβλεπα από πίσω.
Ο πνευματικός, δίχως να σηκώσει το κεφάλι του από το μονοπάτι και δίχως το βήμα του να χαλάσει, του απάντησε:
– Καλά, καλά, μη δίνεις σημασία σ΄ αυτά. Ούτε και να το πεις πουθενά.
Ας δούμε πως περιγράφει κάποιος με άρρωστο παιδί στην πολυκλινική Αθηνών ένα περιστατικό με τον ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟ:
Ο γιος μου γεννήθηκε πρόωρα και είχε σοβαρό αναπνευστικό πρόβλημα. Έτρεξα αμέσως στον Γέροντα, για τον οποίο είχα ακούσει τόσα και τόσα εκπληκτικά πράγματα και του ζήτησα να μεσιτεύσει στον Θεό να δοθεί μια λύση στο πρόβλημα του παιδιού μου. Μπαίνοντας στο δωμάτιο όπου βρισκόταν, ένιωσα ότι βρισκόμουν μπροστά σ΄ έναν άνθρωπο ο οποίος ζούσε κατά Θεόν. Του είπα το πρόβλημα κι αυτός αμέσως μου είπε:
– Να πας αυτή τη στιγμή να βρεις τους γιατρούς και να τους πεις ν΄ αφήσουν το οξυγόνο στο παιδί σου, να μην του το αφαιρέσουν. Πάντως το παιδί σου θα γίνει καλά, δεν θα πάθει απολύτως τίποτε.
Πράγματι, είπα στην προϊσταμένη ν΄ αφήσουν το οξυγόνο. Η απάντησή της ήταν:
– Αυτό είναι δουλειά δική μας. Εμείς γνωρίζουμε πόσο πρέπει ν΄ αφήσουμε το οξυγόνο στο παιδί και πότε πρέπει να το αφαιρέσουμε.
Το είπα και στον γιατρό, ο οποίος συμφώνησε με την προϊσταμένη. Πήγα σπίτι μου και στις δωδεκάμισι το βράδυ με ειδοποίησαν να πάω επειγόντως στο νοσοκομείο, γιατί η κατάσταση της υγείας του παιδιού μου ήταν πολύ σοβαρή. Εκεί μου ανακοίνωσαν ότι το παιδί μου είχε αιμορραγία στους πνεύμονες κι ότι οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε. Κι αυτό έγινε διότι είχαν αφαιρέσει το οξυγόνο από το παιδί, παρά το ότι τους είχα παρακαλέσει για το αντίθετο. Έτρεξαν τότε οι συγγενείς μου, που ήταν εκεί, έφεραν έναν ιερέα, βαπτίσαμε στο παιδί στον αέρα και του δώσαμε το όνομα του αγίου Στυλιανού.
Τότε έγινε το δεύτερο θαύμα. Από εκείνη τη στιγμή το παιδί μου έγινε τελείως καλά· δηλαδή, πραγματοποιήθηκε και το δεύτερο, που μου είπε ο Γέροντας: «Το παιδί σου θα γίνει τελείως καλά, δε θα πάθει τίποτε».
Ο Άγιος τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα έζησε με πολλές ασθένειες. Αλλά πάντα ήταν στη διάθεση όσων έρχονταν και ζητούσαν τη βοήθειά του. Να πώς μας μεταφέρεται μια διήγηση του Οσίου:
Ήλθε και με συνάντησε μια άγνωστη, ευγενική κυρία. Μόλις με είδε με ρώτησε: «Εσείς είστε ο πατέρας Πορφύριος;». Και με το «ναι» που της είπα, έπεσε τα πόδια μου, τα αγκάλιασε σφιχτά και άρχισε να τα φιλάει! Και με κλάματα και ικετευτικές φωνές, που ακούγονταν σε μεγάλη απόσταση, ζητούσε να της κάνω καλά το ετοιμοθάνατο παιδί της! Ήταν τέτοιες οι φωνές της γυναίκας, που ράισαν την καρδιά μου! Η πίστη της ήταν τόσο μεγάλη, που με έκανε να δακρύσω από τη συγκίνηση! Έτσι αυθόρμητα, χωρίς καν να το σκεφτώ, σήκωσα ψηλά τα χέρια μου και ζήτησα από τον Κύριο να τη λυπηθεί και να θεραπεύσει το παιδί της. Η απάντηση ήταν άμεση και θετική! «Σήκω»,  της λέω. «Μην κλαις. Το παιδί σου έγινε καλά! ». Εκείνη όμως εξακολουθούσε να φιλά τα πόδια μου και να με ικετεύει να θεραπεύσω το παιδί της. Δεν εννοούσε να σταματήσει με τίποτε. Κατέβαλα μεγάλες προσπάθειες να την πείσω ότι το παιδί της είχε γίνει καλά, αλλά του κάκου… Εκείνη φώναζε πιο δυνατά:  «Άγιε πατέρα, σώσε το παιδί μου! Το πήγα σε όλα τα κράτη του κόσμου, στους καλύτερους καθηγητές, στα μεγαλύτερα νοσοκομεία και κανείς δεν μπόρεσε να το γιατρέψει. Κανείς δεν μπόρεσε να μου δώσει ίχνος ελπίδας για ζωή! Όλοι μου είπαν ότι σύντομα θα πεθάνει… Το παιδί μου πεθαίνει!  Βοήθησέ το, Άγιε του Θεού!».
Όταν την είδα σ΄ αυτήν την κατάσταση, τη λυπήθηκε η ψυχή μου. Έσκυψα και την έπιασα από τους ώμους και με όλη μου τη δύναμη προσπάθησα να τη σηκώσω όρθια, μα στάθηκε αδύνατο. Στο μεταξύ της επαναλάμβανα ότι το παιδί της έγινε καλά. Εκείνη δεν άκουγε, επειδή έκλαιγε και φώναζε συνεχώς. Ίσως και να μην πίστευε ότι της έλεγα αλήθεια. Και μάλλον το δεύτερο συνέβαινε. Γιατί όταν με τη φώτιση του Θεού ανέφερα και το όνομα του παιδιού της, που ούτε το γνώριζα ούτε μου το είπε κανείς, τότε σηκώθηκε αμέσως επάνω και μου φιλούσε τα χέρια και συνεχώς με ευχαριστούσε με δάκρυα που έτρεχαν ποτάμι από τα κατακόκκινα μάτια της.
Πράγματι, το θαύμα έγινε! Το παιδί της είχε γίνει καλά. Όταν επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, βρήκε το παιδί της υγιές! Οι γιατροί που το εξέτασαν, το βρήκαν εντελώς καλά! Η ασθένειά του είχε εξαφανιστεί. Το παιδί έζησε! Οι γιατροί παραδέχτηκαν ότι είχε γίνει μεγάλο θαύμα.
Αξίζει τον κόπο να σας παραθέσουμε κάποια αποσπάσματα από ομιλίες του:
..Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να δούμε τον Χριστό. Αυτός είναι ο φίλος μας, ο αδελφός μας. Είναι ό,τι πιο καλό και όμορφο. Αυτός είναι το παν. ...Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι φίλος και θέλει να μας φωνάζει "Είστε φίλοι μου, δεν το καταλαβαίνετε αυτό; Είμαστε αδέλφια. Δεν σας απειλώ. Σας αγαπώ. Θέλω να απολαμβάνετε τη ζωή μαζί μου."
...Δεν πρέπει να θέσουμε τίποτα πάνω από την αγάπη του Χριστού. Είναι η χαρά. Αυτός είναι η ζωή, το φως. Ο Χριστός είναι το παν. Αυτός είναι η απώτερη επιθυμία. Τα πάντα είναι όμορφα στον Χριστό.
...Κάποιος που είναι με τον Χριστό πρέπει να αγαπά τον Χριστό, και όταν αγαπάει τον Χριστό έχει ξεφύγει από τον Διάβολο, από την κόλαση και από το θάνατο.
...Η ζωή των γονέων είναι το μόνο πράγμα που κάνει καλά παιδιά. Οι γονείς θα πρέπει να είναι πολύ υπομονετικοί και «άγιοι» στα παιδιά τους. Θα πρέπει να αγαπούν πραγματικά τα παιδιά τους. Και τα παιδιά θα μοιραστούν αυτήν την αγάπη! Για την κακή συμπεριφορά των παιδιών, αυτοί που είναι συνήθως υπεύθυνοι γι 'αυτό είναι οι γονείς τους. Οι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά τους από τα κηρύγματά τους και τις συνεχόμενες συμβουλές ή κάνοντάς τα να υπακούουν σε αυστηρούς κανόνες για την επιβολή πειθαρχίας. Εάν οι γονείς δεν γίνουν «άγιοι» (ενάρετοι) ώστε πραγματικά να αγαπήσουν τα παιδιά τους και αν δεν αγωνίζονται για αυτό, τότε κάνουν ένα τεράστιο λάθος. Με την αρνητική τους στάση οι γονείς μεταφέρουν στα παιδιά τους αρνητικά συναισθήματα. Στη συνέχεια, τα παιδιά τους γίνονται αντιδραστικά και με ανασφάλεια, όχι μόνο στο σπίτι τους, αλλά και στην κοινωνία.
ΠΗΓΕΣ:

el.wikipedia.org/wiki/Όσιος_Πορφύριος_ο_Καυσοκαλυβίτης
http://www.saint.gr/4347/saint.aspx

http://www.pemptousia.gr/2017/12/o-osios-porfirios-o-kafsokalivitis/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου